Αμοργός .. Τρέχοντας με το γιο μου στα μονοπάτια της!

“Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί” – Κύριαι Δόξαι, 3, Επίκουρος … 

 

Λούζομαι από το φως του ήλιου στα σκαλοπάτια της Παναγιάς της Χοζοβιώτισσας. Λαχανιάζοντας προσπαθώ να  μείνω κοντά στον Αργύρη, ο οποίος λες και “δανείσθηκε” τις  ικανότητες  των αγριοκάτσικων της Αμοργού,   τα “καταπίνει” με άνεση και χάρη. Tον κοιτάζω. Είναι η βελτιωμένη έκδοση σου σε όλα Δημήτρη σκέφτομαι με καμάρι. Τιμή μεγάλη και δώρο Θεού να είσαι εκεί - μαζί του - ακούγοντας την ανάσα του, παίρνοντας φρεσκάδα και νιάτα από τα νιάτα του … μείνε κοντά του η αύρα του θα σε τραβήξει, να βγει η δύσκολη ανάβαση.

 

Μα τι λες; Mου λέει ο αέναος νεαρός που ζει μέσα μου .. δεν είπαμε; Kάθε Υπερμαραθώνιο που τερματίζεις γίνεσαι μικρότερος ένα χρόνο,  κάθε Μαραθώνιο έξι μήνες, και για κάθε Ημιμαραθώνιο τρεις … Έχεις δίκιο του λέω και ξέρεις κάτι; Mάλλον πρέπει να αυξήσω τις μειώσεις, αφού επί δυο, δέκα, είκοσι, τριάντα ή σαράντα ώρες  η ηδονή κατακλύζει ψυχή και σώμα, εξαφανίζει τη φθορά του χρόνου, σαγηνεύει τα κύτταρα που ερωτεύονται σφόδρα μεταξύ τους, ξεχνώντας να μεγαλώσουν. Άλλωστε το διάβασες κι εσύ αυτό που έγραψε ο  νομπελίστας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκέζ ..  “οι  άνθρωποι νομίζουν ότι γερνώντας παύουν να ερωτεύονται, δεν ξέρουν οι άμοιροι ότι γερνάνε όταν βγάλουν τον έρωτα από τη ζωή τους”.

 

Άρα τώρα είσαι μικρότερος του, πέρασε τον λοιπόν τι περιμένεις;

 

Πατέρα που πας, ηρέμησε έχουμε πολύ “ξύλο” ακόμη μπροστά μας, πιο σιγά” .. με προσγειώνει στην πραγματικότητα ο συναθλητής μου .. μένω πίσω του και κοιτάζω ψηλά, όπως κάνω σε κάθε ανηφόρα. 

 

 Tότε τη βλέπω, το άσπρο κτίσμα της έχει γίνει ένα με το βράχο, τριακόσια μέτρα πάνω από την θάλασσα. Μια δύναμη απίστευτη διαχέεται στον αέρα ανάκατα με την θαλασσινή αλμύρα. Mας τραβά κοντά της, μας σιγοψιθυρίζει με την καμπάνα της λόγια αγάπης, καλοσύνης, συγχώρεσης, συμπόνιας … λες και μας μιλάει η μάνα μας. Ανατριχιάζω, θεριεύω , εκστασιάζομαι , χάνομαι …

 

Παναγιά μου Χοζοβιώτισσα! Kάνε με βράχο, να ανθίζει κάπαρη πάνω μου, μέλισσες να τρυγούν τα λουλούδια μου, και το μέλι τους ως ελιξίριο να δίνει στην ανθρώπινη ψυχή τα θεία χαρακτηριστικά σου.

 

Έλα , τι έπαθες μου λέει ο Αργύρης, μην μένεις τόσο πίσω, πάμε δυνατά” … επανέρχομαι στον αγώνα. Mου είναι αδύνατον να τον ακολουθήσω. Η καρδιά μου έχει ξεπεράσει σε παλμούς τα 280 σκαλοπάτια που οδηγούν στην Παναγία, η ανάσα μου βαριά, το κορμί απρόθυμο και το στομάχι μου κόμπος. Oι Ινδιάνοι πιστεύουν - και μαζί τους κι εγώ - ότι ο άνθρωπος έχει δυο εγκεφάλους, έναν στο κεφάλι και έναν στο στομάχι … χαρά σε αυτόν που τους φιλιώνει. Άλλη μια φορά στον πρώτο μου υπερμαραθώνιο στον Όλυμπο με χτύπησε αυτή η “τοξική ασθένεια” … τότε με έσωσε η νεράιδα του βουνού ,η χρυσοκαρδούσα  Κωνσταντίνα που με αγκάλιασε και μου ψιθύρισε , σε αγαπάω … κοίτα τον ουρανό, η βροχή σταμάτησε, να ο ήλιος, τρέξε, κάνε ζεστό ρούχο τις ηλιαχτίδες του και συνέχισε … τρέξε, μη σταματάς!

 

Ναι πήρα πάλι  τα δύσκολα  της Αθήνας μαζί μου, χρειάζομαι επειγόντως το “φάρμακο” μου, την έμπνευση, αλλιώς θα εγκαταλείψω!

 

 

Έχουμε πιάσει κορυφή … δεξιά μας απότομοι γκρεμοί που καταλήγουν στη θάλασσα, κάτασπρα εκκλησάκια παρακολουθούν ατάραχα το διάβα μας, αγριοκάτσικα παντού. Μας γνέφουν με κατανόηση στη προσπάθεια μας, αφού μπροστά τους είμαστε πρωτάκια. Εντάξει τους λέω, όμως έχουμε όμως κάτι κοινό εσείς και εμείς … αν δεν τρέξουμε - σκαρφαλώσουμε, θα πεθάνει η ψυχή μας. Κατά βάθος είμαστε ίδιοι, αδέρφια … συμφωνούν συνοδεύοντας με και αποτελούν την πρώτη μου έμπνευση που δρα ακαριαία, διώχνοντας την πρόσκαιρη αλλά επώδυνη “ασθένεια” μου μακριά.

 

Aγναντεύοντας βλέπω τον Αργύρη να “πετάει” στο καλογραμμένο φιδογυριστό μονοπάτι. Eντάξει θα τον “πιάσω”  μετά το 10ο χιλιόμετρο σκέφτομαι, αυτός είναι γρήγορος αλλά εγώ έχω τόνους αντοχής και τον νεαρό μέσα μου!

 

Aγγίζω το χωριό Ποταμός. Όνομα σημαδιακό αφού ένα ποτάμι από ολόλευκα σπιτάκια πλέουν στη πλαγιά του βουνού και χαμογελαστές κυράδες με καλωσορίζουν δίνοντας μου το νέκταρ της ψυχής τους μέσα σε ένα ποτήρι νερό. Σε ένα στενό σοκάκι μένω άναυδος .. μια μελαχροινή “γοργόνα” φοράει την άσπρη μπλούζα των εθελοντών και μου προσφέρει ένα ποτήρι με ένα γαλαζοπράσινο περιεχόμενο που λάμπει σαν μαργαριτάρι.  Tι είναι αυτό γλυκιά μου τι ρωτάω , ισοτονικό; Eίναι φτιαγμένο από Αμοργιανή θάλασσα, τον ήλιο της και φύκια, το πίνουμε εμείς τα πλάσματα του Αιγαίου όταν έχουμε πέλαγοκολυμπήσει ατελείωτα .. πιες το να ξανανιώσεις.

 


Eίσαι στα αλήθεια γοργόνα την ρωτάω;” δεν το πιστεύω!

 

Το απόγευμα που θα πίνεις το καφεδάκι σου, ξέρεις εκεί στο μικρό καφενεδάκι κάτω από τα αρμυρίκια, στην άλλη πρόταση ζωής στην Αιγιάλη, κοίταξε την θάλασσα ..  εκεί που δύει ο ήλιος .. θα σε θωρώ και θα ποθώ τη ματιά σου βουνίσιε μου, τότε θα με πιστέψεις …

 

“Μπορώ να σε αγγίξω” … Εάν με αγγίξεις θα θαλασσοδεθείς δια βίου μαζί μου!

 

“Μα είμαι ήδη σκλάβος σου κυματοομορφιά μου , πως σε λένε”; 


Καλυψώ … μα φύγε τώρα, τρέξε πήγαινε κοντά στο γιο σου! 


“Τον είδες; εκείνος σε είδε;” Ναι τον είδα, είναι και αυτός σκλάβογοργονοδεμένος,  της ξακουστής για την ομορφιά και της  καλοσύνης της Πολύμνιας που διαφεντεύει τις θάλασσες της Κρήτης …

 

Mα αυτός δεν είναι αγώνας, είναι μύηση στο υπέροχο κάδρο που κοσμεί τη γη, την Ελλάδα…

 

 

Τρέχω ανάμεσα στις ξερολιθιές, οι οποίες ως ατέλειωτα ανθοδοχεία ακολουθούν τα μονοπάτια. Θείο χέρι τις ευλόγησε να φυτρώνει στα ριζά τους, ρίγανη και φασκόμηλο, μοσχοβολιές αναδεύουν τον αέρα,  ίδιες με την ανάσα ερωτευμένης γυναίκας .. με συνεπαίρνει η ευωδία, το πετρώδες έδαφος των μονοπατιών μοιάζει να μαλάκωσε, το κορμί μου άυλο αιωρείται …

 

Μαγεμένος φτάνω στην Λαγκάδα, το χωριό με αγκαλιάζει, οι άνθρωποι του στάζουν φιλοξενία η οποία παντρεμένη με την λιτή Κυκλαδική γραμμή .. το ορίζει ως έργο τέχνης, άλλωστε το μαρτυράνε τα πανέμορφα σχέδια - ζωγραφιές στα λιθόστρωτα σοκάκια που αντανακλούν στον εκτυφλωτικό ήλιο μένοντας ανεξίτηλα στη μνήμη, αληθινά ορόσημα!

 

Ε δεν μπορεί, θα σε “πιάσω” Αργύρη στα Θολάρια και τότε το μεγάλο μου όνειρο θα γίνει πραγματικότητα, θα τερματίσω μαζί σου! 

 

Μπαίνω στα Θολάρια … Θεέ μου, μην με αφήσεις να περάσω και να φύγω. Ένα χωριό “κουκλίστικο”, ένας οικισμός με αμφιθεατρική διάταξη που απαιτεί ένα αδιάκοπο περπάτημα στα στενάκια του ώστε να τον “κατακτήσεις – καταγράψεις” για πάντα μέσα σου …

 

Σε βλέπω από ψηλά αγαπημένε συναθλητή, τερματίζεις και κυματίζεις τη σημαία της ζωής σου στις γυναίκες της ψυχής σου.

 

Μη νοιάζεσαι, μη σκιάζεσαι παλικάρι μου, εγώ θα είμαι δίπλα σου , μαζί σου , σε όλους τους αγώνες σου..

 

Kαι όταν ο δικός μου αγώνας τελειώσει να ξέρεις ότι ο άνεμος που θα σε δροσίζει στις κορυφές, θα είναι ο πεισματάρης, τρελός, τολμηρός, αέναος νεαρός, να σε συντροφεύει και να σε προσέχει.......

 

Δημήτρης Ραυτόπουλος - Ανιχνευτής βουνών και θαλασσών 

Photo ©: Babis Giritziotis – GO Experience

Δημήτρης Ραυτόπουλος

Γεννήθηκα στον Πειραιά από νησιώτες γονείς. Η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τα βουνά ήταν κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο στρατό ως αλεξιπτωτιστής. 

Ένα από τα μεγάλα όνειρα - όραματα μου είναι να τρέξω σ´ όλα τα βουνά της Ελλάδας κ όχι μόνο. Πιστεύω ότι κάθε μέτρο που διανύει κανείς στο βουνό πρέπει να μετατρέπεται σε μεταδιδόμενη σοφία.

Οταν τρέχω στη φύση είμαι ένας άνθρωπος χωρίς ηλικία ή μάλλον ένας ιδρωμένος εικοσάρης που καταγράφει σαν Η/Υ κάθε εικόνα της, στιγμή της, ευωδία της κ  που έχει σαν στόχο - σκοπό να μεταδώσει αυτή τον οργασμό μεταξύ της φύσης κ της  ζωής, σε όποιον δέκτη - άνθρωπο είναι ανοικτός.

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ